Πέμπτη 14 Νοεμβρίου 2013

"Ημερολόγιο μιας εβδομάδας" του Πολυτεχνείου ~ Γιάννης Ρίτσος


Αθήνα, 16 Νοεμβρίου 1973
Ωραία παιδιά με τα μεγάλα μάτια σαν εκκλησίες χωρίς στασίδια
Ωραία παιδιά δικά μας με τη μεγάλη θλίψη των ανδρείων
Αψήφιστοι, όρθιοι στα Προπύλαια στον πέτρινο αέρα, έτοιμο χέρι, έτοιμο μάτι
Πωως μεγαλώνει το μπόι, το βήμα κι η παλάμη του ανθρώπου

17 Νοεμβρίου
Βαριά σιωπή διάτρητη απ΄τους πυροβολισμούς, πικρή πολιτεία 
Αίμα, φωτιά, η πεσμένη πόρτα, ο καπνός, το ξύδι
Ποιός θα πει περιμένω μέσα απ το μέσα μαύρο.
Μικροί σχοινοβάτες με τα μεγάλα παπούτσια μ΄έναν επίδεσμο φωτιά στο κούτελο
Κόκκινο σύρμα, κόκκινο πουλί και το μοναχικό σκυλί στ΄ αποκλεισμένα προάστια
Ενώ χαράζει η χλωμότερη μέρα πίσω απ΄τα καπνισμένα αγάλματα
Κι ακούγεται ακόμη η τελευταία κραυγή διαλυμένη στις λεωφόρους
Πάνω απ΄τα τανκς μέσα στους σκόρπιους πυροβολισμούς
Πως μπορείτε λοιπόν να κοιμάστε; Πως μπορείτε λοιπόν να κοιμάστε;

Κάλαμος, 18 Νοεμβρίου
Ηλιόλουστη μέρα. Κάλαμος.
Η θάλασσα, σπουργίτια στον ελαιώνα
Κάλεσμα. Πρόκληση. Κάλλος. Μακρινή προδομένη μακαριότητα
Α εσύ δραπέτη λιποτάκτη κρυμμένε ανάμεσα στ΄ αγάλματα, πίσω απ΄τ΄ αγάλματα 
Μέσα στ΄αγάλματα, αγάλματα κούφια χωρίς χέρια, χωρίς πέος, χωρίς αμπελόφυλλα
Αρνήσου, αρνήσου, όχι να ξεχαστείς και να ξεχάσεις το δένδρο το πουλί το γαλάζιο
Αμαρτία, αμαρτία, πως μπορείτε λοιπόν να κοιμάστε εσείς, ο ίδιος ο έρωτας
Κι ο έρωτας αμαρτία, Ελένη, Μάρω, Ηλέκτρα, Δήμητρα, παιδιά μας, τα παιδιά μας
Πόσες γενιές παιδιά μας σε αδιαίρετο χρόνο χωρίς χρόνο
Στα στάχυα και στα σύρματα στη γραφομηχανή, στον τηλεβόα
Έρωτές μας, παιδιά μας,σκοτωμένα παιδιά μας, έρωτές μας
Για τίποτε άλλο να μην έχουμε μάτια παρά μόνο για σας. Τιποτ΄άλλο.
Ω! ανήμπορο ποίημα, ανήμπορο, ανήμπορο, ατελέσφορο
Επάνω από δύο στίχους σταυρωμένους σταυρώνω τα χέρια και σωπαίνω
Βράχος, το μέγα κόκκινο, δεύτερη πόρτα, πέμπτη πόρτα κι η δωδέκατη κλεισμένη
Χτύπημα της γροθιάς στον τοίχο χτύπημα της πέτρας στην πέτρα
Μ΄ακούς; Ακουσέ με, Εγώ σ΄ακούω
Δύο σιωπές κάνουν μια φωνή κι ένα μεγάλο τεντωμένο χέρι...

Αθήνα, 19 Νοεμβρίου
Με τους αγκώνες στηριγμένους στην ποίηση, με τα μάτια κλεισμένα στις παλάμες ακούω τη φωτιά. Ανεβαίνει. Σκοτωμένοι επί τόπου μπροστά στο παράνομο μικρόφωνο κι η φωνή τους ακόμα... Αδέρφια, αδέρφια, πάνω απ΄το αίμα τους, με το αίμα τους
Πάνω από την αγρυπνισμένη Αθήνα
Πως μπορείτε λοιπόν; Πως μπορείτε;

20 Νοεμβρίου
Μάζεψαν τα οδοφράγματα, πλύναν τα αίματα, τα μισά παιδιά πήγαν σχολείο
Οι γυναίκες βγήκαν για ψώνια, στη γωνιά ένα καμένο αυτοκίνητο
Πλύναν τα ρούχα τ΄απλώσαν στις ταράτσες μυστικά, μυστικά μη φανούνε σαν άλλες σημαίες
Κλειστά νοικοκυριά, το κρεμμύδι, η πατάτα, το λάδι
Το αλάτι χυμένο στο δρόμο το ίδιο και τ΄αλεύρι
Μες στο ψυγείο το κόκκινο πουλί μ΄όλα του τα φτερά
Απ΄το θάνατο αρχίζουμε, έτσι έλεγε, απ΄το θάνατο αρχίζουμε πάλι
Επάνω από τη μεγάλη γκρεμισμένη σκάλα
Τι να κάνουμε, είπε, να ξεχαστούμε; Θα ξεχάσουμε πάλι;
Σκεπασμένοι στην τρύπια κουβέρτα ως πάνω στα μάτια
Λίγο λίγο θα βγάλεις το ΄να πόδι δοκιμάζοντας τον αέρα τη σιωπή το σκοτάδι
Αργότερα τα χέρια, τελευταίο το κεφάλι
Απέναντι η καρέκλα, τα τσιγάρα τα σπίρτα και το φως κολλημένο στον τοίχο
Μια τεράστια κίτρινη αφίσα
Ώρα μεγάλη! Ώρα σκληρή! Ώρα αδειασμένη απ΄την δειλή μακροθυμία των στίχων
Εδώ ό,τι πια θα πει θα ΄ναι το αίμα
Ω! κακόφημη ζωή ληστεμένη...

22 Νοεμβρίου
Αργά που μεγαλώνει το μαχαίρι, αυτός που σιωπεί
Δεν είναι που δεν έχει τίποτα να πει
Δεν είναι τα δώδεκα καρφιά στον τοίχο, η ακρίδα στο ποτήρι
Είναι που περιμένει να ξεσφίξουν τα σαγόνια του...

Αναδημοσίευση από: http://negrarosanr.blogspot.gr/2013/11/blog-post_9488.html

Πέμπτη 17 Οκτωβρίου 2013

Αποσιωπητικά ... ... ...

     Νύχτωσε..Άρχισαν τα πρώτα φθινοπωρινά σύννεφα να γεμίζουν τον ουρανό κι εγώ στέκομαι ακίνητη σε μια γωνιά και γιορτάζω το τέλος του καλοκαιριού. Λαχταρώ τα πρωτοβρόχια, τα μπουμπουνητά και το σφύριγμα του αέρα καθώς περνάει από τις χαραμάδες των παραθύρων.. 

         Είναι κι αυτή η μελαγχολία που έρχεται τώρα τελευταία όλο και ποιο συχνά και συντροφεύει τις μέρες μου. Άλλοτε γλυκιά κι άλλοτε πάλι λίγο πικρή..Σαν την κανέλα που βάζω στον καφέ μου τα πρωινά για να παίρνει άρωμα...

Τέλος εποχής λοιπόν και αρχή μίας άλλης...Ας είναι μόνο αυτό το τέλος.. Ας αρκεστούμε στις αλλαγές που επιφυλάσσει η φύση για τις εποχές κι ας μην αποζητήσουμε άλλες μεγαλύτερες. Εγώ που από παιδί τις λαχταρούσα τώρα τις μίσησα...

      Κι αλήθεια ακόμα και τώρα που γράφονται αυτές οι λέξεις.. εγώ δε μπορώ να πω με σιγουριά αν πράγματι αυτό που θέλω είναι αυτό που μοιράζομαι με τους γύρω μου!Βλέπεις όπως όλοι έχω κι εγώ τα χούγια μου ή τα κολλήματα μου αν θες...

      Δεν ξέρω αν παρατήρησες κάτι που χαρακτηρίζει τα περισσότερα από τα γραφτά μου..Άσε στην άκρη για λίγο τις γνώσεις ή την όποια κουλτούρα σου και κοίτα λίγο ποιο προσεχτικά...Από μικρή λάτρευα να βάζω στις εκθέσεις μου ή σε ότι τύχαινε να γράψω, αποσιωπητικά..!

      Ήταν αυτά που τότε γέμιζαν -ή έστω έτσι νόμιζα- τις λέξεις μου με μυστήριο και μαγεία. Κι αυτά που αργότερα άφηναν υπονοούμενα σε ερωτικές επιστολές και ραβασάκια. Και τα τελευταία χρόνια είναι αυτά που με βοηθάνε να κρύψω όλα αυτά που θέλω να κρατήσω για εμένα...

      Τα αποσιωπητικά λοιπόν κατά κύριο λόγο δηλώνουν ελλειπτικότητα. Φράσεις που ποτέ δε θα ολοκληρωθούν..Παράγραφοι ολόκληρες που δεν φτάσανε ποτέ μέχρι το τέρμα...Όσο κι αν μεγάλωσα εξακολουθώ να κρύβω πίσω από αυτά τον μαγικό μου κόσμο...

      Ίσως λοιπόν γι'αυτό και να μ'αρέσουν τόσο!Γιατί και στην πράξη τα βήματα μου μια ζωή ανολοκλήρωτα ήταν,δισταχτικά. Πάντα έκρυβαν ένα μυστήριο, μια αβεβαιότητα για τη συνέχεια..Ίσως να φταίει που ποτέ δεν τόλμησα να ονειρευτώ την άλλη άκρη..το τέρμα..τον προορισμό...!

      Ας αφήσουμε για απόψε εμένα..Όσο για εσένα που διαβάζεις αυτές τις γραμμές είναι από τις λίγες φορές που δε μ'απασχολεί ούτε ποιος είσαι, ούτε κι κριτική σου. Κι αν με κατάλαβες πάει να πει πως κάπου μέσα σου κρύβεις κι εσύ λίγη από αυτή τη γλυκόπικρη μελαγχολία..

      Αν πάλι όχι συγχώρα με...μα απόψε τα αποσιωπητικά μου θέλησαν να δώσουν λίγο χώρο στην  ψυχή να πλησιάσει τα ποιο απόκρυφα σημεία τους!


Τρίτη 15 Οκτωβρίου 2013

Σώπα, μη μιλάς…

Σώπα, μη μιλάς, είναι ντροπή
κόψ' τη φωνή σου
σώπασε επιτέλους
κι αν ο λόγος είναι αργυρός
η σιωπή είναι χρυσός.

Τα πρώτα λόγια που άκουσα από παιδί
έκλαιγα, γέλαγα, έπαιζα μου λέγανε:
"σώπα".

Στο σχολείο μου κρύψαν την αλήθεια τη μισή,
μου λέγανε :"εσένα τι σε νοιάζει ; Σώπα!"

Με φιλούσε το πρώτο κορίτσι που ερωτεύτηκα και μου λέγανε:
"κοίτα μην πεις τίποτα, σσσσ....σώπα!"

Κόψε τη φωνή σου και μη μιλάς, σώπαινε.
Και αυτό βάσταξε μέχρι τα είκοσί μου χρόνια.

Ο λόγος του μεγάλου
η σιωπή του μικρού.

Έβλεπα αίματα στο πεζοδρόμιο,
"Τι σε νοιάζει εσένα;", μου λέγανε,
"θα βρεις το μπελά σου, σώπα".

Αργότερα φωνάζανε οι προϊστάμενοι
"Μη χώνεις τη μύτη σου παντού,
κάνε πως δεν καταλαβαίνεις, σώπα"

Παντρεύτηκα, έκανα παιδιά,
η γυναίκά μου ήταν τίμια κι εργατική και
ήξερε να σωπαίνει.
Είχε μάνα συνετή, που της έλεγε "Σώπα".

Σε χρόνια δίσεκτα οι γονείς, οι γείτονες με συμβουλεύανε :
"Μην ανακατεύεσαι, κάνε πως δεν είδες τίποτα. Σώπα"
Μπορεί να μην είχαμε με δαύτους γνωριμίες ζηλευτές,
με τους γείτονες, μας ένωνε , όμως, το Σώπα.

Σώπα ο ένας, σώπα ο άλλος σώπα οι επάνω, σώπα οι κάτω,
σώπα όλη η πολυκατοικία και όλο το τετράγωνο.
Σώπα οι δρόμοι οι κάθετοι και οι δρόμοι οι παράλληλοι.
Κατάπιαμε τη γλώσσά μας.
Στόμα έχουμε και μιλιά δεν έχουμε.
Φτιάξαμε το σύλλογο του "Σώπα".
και μαζευτήκαμε πολλοί
μία πολιτεία ολόκληρη, μια δύναμη μεγάλη, αλλά μουγκή!

Πετύχαμε πολλά, φτάσαμε ψηλά, μας δώσανε παράσημα,
τα πάντα κι όλα πολύ
εύκολα, μόνο με το Σώπα.
Μεγάλη τέχνη αυτό το "Σώπα".

Μάθε το στη γυναίκα σου, στο παιδί σου, στην πεθερά σου
κι όταν νιώσεις ανάγκη να μιλήσεις ξερίζωσε τη γλώσσά σου
και κάν' την να σωπάσει.
Κόψ' την σύρριζα.
Πέτα την στα σκυλιά.
Το μόνο άχρηστο όργανο από τη στιγμή που δεν το μεταχειρίζεσαι σωστά.

Δεν θα έχεις έτσι εφιάλτες , τύψεις κι αμφιβολίες.
Δε θα ντρέπεσαι τα παιδιά σου και θα γλιτώσεις από το βραχνά να μιλάς ,
χωρίς να μιλάς να λες "έχετε δίκιο, είμαι σαν κι εσάς"
Αχ! Πόσο θα 'θελα να μιλήσω ο κερατάς.

Και δεν θα μιλάς,
θα γίνεις φαφλατάς,
θα σαλιαρίζεις αντί να μιλάς.

Κόψε τη γλώσσά σου, κόψ' την αμέσως.
Δεν έχεις περιθώρια.
Γίνε μουγκός.
Αφού δε θα μιλήσεις , καλύτερα να το τολμήσεις. Κόψε τη γλώσσά σου.

Για να είμαι τουλάχιστον σωστός στα σχέδια και στα όνειρά μου
ανάμεσα σε λυγμούς και σε παροξυσμούς κρατώ τη γλώσσά μου,
γιατί νομίζω πως θα' ρθει η στιγμή που δεν θα αντέξω
και θα ξεσπάσω και δεν θα φοβηθώ και θα ελπίζω
και κάθε στιγμή το λαρύγγι μου θα γεμίζω με ένα φθόγγο ,
με έναν ψίθυρο , με ένα τραύλισμα , με μια κραυγή που θα μου λέει:
ΜΙΛΑ!....


Σάββατο 12 Οκτωβρίου 2013

Το δράμα του δαιμονικού κλόουν

Τον είχα συνηθίσει πλέον. Ήταν η έβδομη μέρα που στεκόταν απέναντι ακριβώς από το σπίτι μου. Είχα αρχίσει να είμαι βέβαιος ότι δεν τον έβλεπε κανένας άλλος εκτός από μένα και αυτό γιατί τον προσπερνούσαν σαν να μην υπήρχε.
Υπό φυσιολογικές συνθήκες σε κάποιον θα φαινόταν παράξενο ένας δαιμονικός κλόουν να του κλείνει το δρόμο ή απλά να στέκεται εκεί χωρίς να κάνει τίποτα. Κάποιος θα είχε φωνάξει την αστυνομία ή κάποιος θα του είχε πετάξει έναν κουβά νερό από τα από πάνω μπαλκόνια. Ακόμα και αν η κοινωνία μας έχει καταντήσει τόσο απαθής νομίζω ότι διατηρεί τις άμυνες της απέναντι σε υπερφυσικά πλάσματα που το μόνο που θέλουν είναι να σου πιουν το αίμα και να σου φάνε την ψυχή.
Όχι ότι ο δαιμονικός κλόουν είχε δείξει σημάδια ότι ήθελε να πιεί το αίμα μου ή να μου φάει την ψυχή, αλλά νομίζω ότι τέτοιους σκοπούς έχουν όλα τα υπερφυσικά πλάσματα.
Δεν ξέρω αν φταίνε οι προκαταλήψεις που μας έχουν γεμίσει από το σχολείο ή αν φταίει ότι κοντά στο σπίτι που μεγάλωσα υπήρχε ένα εκκλησάκι που δεν ήταν ανοιχτό ποτέ. Είχε όμως μια καμπάνα που κάποιος τη χτυπούσε. Δεν έκανε όμως ούτε λειτουργίες ούτε μπορούσες στο τσακίρ κέφι να πας να ανάψεις ένα κερί.
Παράξενο εκκλησάκι.
Το κρυφτούλι με τον κλόουν συνεχιζόταν. Μία τράβαγα την κουρτίνα απότομα, μία την έκλεινα. Αυτός εκεί, δεν το κούναγε ρούπι. Κάθε μέρα μόλις έπεφτε ο ήλιος βρισκόταν στη θέση του. Δεν τον είχα δει όμως ούτε να έρχεται, ούτε να φεύγει.
Αν έχω μάθει κάτι στη ζωή μου είναι ότι όταν δεν μπορείς να διαχειριστείς μια κατάσταση, πιάσε την κουβέντα σαν να μην συμβαίνει τίποτα. Και χωρίς να το σκεφτώ ιδιαίτερα αυτό έκανα.
«Πσσστ» έκανα. Καμία αντίδραση από τον κλόουν.
«Πσσσστ» ξαναέκανα. Αυτό το δεύτερο τον έκανε να κοιτάξει τριγύρω και μετά να γυρίσει προς το μέρος μου. «Σε μένα κάνεις πσσσσστ» είπε.
«Αφού σε κοιτάω και κάνω πσσσσστ. Σε ποιον λες να το κάνω;».
«Με βλέπεις δηλαδή;».
Μα καλά μαλάκας ήταν; Αφού καθόταν τόσες μέρες κάτω από το μπαλκόνι μου και κοίταγε προς το μέρος μου, τι περίμενε ότι είναι καλά κρυμμένος;
«Φυσικά και σε βλέπω. Τι θέλεις;».
«Δεν θέλω τίποτα. Απλά αράζω» απάντησε ο δαιμονικός κλόουν αλλά δεν με έπειθε. Έπρεπε να μάθω τι σκατά κάνει το υπερφυσικό ον κάτω από το μπαλκόνι μου. «Αν δεν θες τίποτα να φύγεις».
«Να κοιτάς τη δουλειά σου, περιμένω τη Μαρία από το διπλανό μπαλκόνι».
Τη Μαρία; Από το διπλανό μπαλκόνι; Kάτι δεν πήγαινε καλά σε αυτή την υπόθεση.
«Ξέρεις, η Μαρία δεν πρόκειται να βγει» του είπα.
«Θα βγει. Γι αυτό την περιμένω. Να κοιτάς τη δουλειά σου».
«Η Μαρία σκοτώθηκε πέρυσι, λυπάμαι».
Ο δαιμονικός κλόουν λύγισε. Έσκυψε το κεφάλι, αλλά συνέχιζε να κρατάει το μπαλόνι. Πέρασε ένα λεπτό αλλά είχε παραμείνει σε αυτή τη στάση. Αισθάνθηκα άσχημα που του είχα μεταφέρει εγώ τα άσχημα νέα, οπότε σκέφτηκα να κάνω κάτι.
«Να σε κεράσω μια μπύρα;» φώναξα. Με αρκετή δυσκολία σήκωσε το κεφάλι και με κοίταξε. «Θα έχει και πατατάκια;»
«Θα έχει» είπα. «Περίμενε, κατεβαίνω σε δύο λεπτά». Έφυγα από το σπίτι χωρίς να το σκεφτώ ιδιαίτερα και μάλλον είχα ξεχάσει και τα κλειδιά μου.
Τον πλησίασα χωρίς δισταγμό. «Άντε πάμε» του είπα. «Αλλά να ξεκαθαρίσουμε κάτι πρώτα. Και εσύ δεν μου φαίνεσαι και πολύ ζωντανός;»
«Δεν είμαι» μου είπε. Ωραία. Μπύρα και πατατάκια λοιπόν…

Αναδημοσίευση από: OBVIOUSLY

Τρίτη 24 Σεπτεμβρίου 2013

Να μ'αγαπάς...


Να μπορούσε ο έρωτας να κρατήσει για πάντα..
Να μη σταμάταγε η λέξη σ'αγαπώ να ηχεί στα αυτιά μου..
Να μην χωρίζονταν λεπτό τα χέρια..τα κορμιά μας..

Να μπορούσαμε λέει όσα χρόνια κι αν περάσουν 
να διατηρούμε ζωντανά τα πρώτα χτυποκάρδια αιώνια...
Να μην αντέχουμε λεπτό ο ένας μακριά από τον άλλον...

Να γύρναγα το χρόνο πίσω..
Να μην είχα τίποτα να φοβηθώ...
Να είμαστε ένα όπως τότε..

Να μην υπήρχε το πρώτα και το τώρα..
Να μην υπήρχε το πριν και το παρόν..
Να μην υπήρχε το τότε και το σήμερα...

Να γέλαγα καθώς με κρατούσες στην αγκαλιά σου..
Να μην υπήρχαν δάκρυα να πλημμυρίζουν τα μάτια μου.. 
Να είμαστε για πάντα όπως εκείνο το ζευγάρι που είδα σήμερα απέναντι...
κι έγιναν η αφορμή να γραφτούν αυτές οι γραμμές... 

Να μ'αγαπάς...
Όσο μπορείς..
Να μ'αγαπάς...!!!


Τρίτη 17 Σεπτεμβρίου 2013

ΘΕΡΜΟΚΡΑΣΙΑ ΔΩΜΑΤΙΟΥ: Μαμά, κοίτα

Μαμά, κοίτα, μπήκα στη σειρά, με βάλαν δηλαδή στη σειρά, δεν ήταν αυτοβούλως που σήκωσα τα χέρια, που παρατάχθηκα και που ακούμπησα τον ώμο του μπροστινού μου, σαν να’ θελα «Κουράγιο» να του πω, «είμαι στο πλάι σου κι αυτό θα το περάσουμε μαζί», που παραδόθηκα σε άλλου κρίση και για δική του χρήση, εσύ με έφερες εδώ, θα έπρεπε να ξέρεις καλύτερα. 

Μου είπαν θα με αγιάσουν, θα με διαβάσουν, θα με ξορκίσουν και θα τρομάξουν. Θα νιώθω σαν δαιμονισμένος, μία φορά έστω τον χρόνο και να το βάλω καλά στο κεφάλι μου πως οι εξορκισμοί θέλουν κι αυτοί μία καλή τον χρόνο επανάληψη. Αυτό θα κρατήσει χρόνια, μόνο που μέσα μου κακό πνεύμα δεν έχω, έχω όμως ανήσυχο. Κι αυτό μου είπαν πρέπει να διώξω. Να κάνω ένα φου και να τα σβήσω όλα τα κεριά στο νου μου και να ζηλέψω μοναχά αυτό που έχουν να μου δώσουν. 

Μαμά, κοίτα, στο τέλος θα τα καταφέρουν. Αλλά να ξέρεις, θα ήθελα να σταθώ στο κέντρο της αυλής, να μην έχω μπροστινό και πίσω, να μην έχω στοίχιση, παράταξη και προσοχή. Να στέκομαι με το ένα πόδι και να μην πέφτω, να στέκομαι με τα δύο πόδια και να σωριάζομαι, να στέκομαι στο κάτω-κάτω όπως θέλω και κανείς να μη με βάζει .

Μαμά, κοίτα, με βάλαν να καθίσω σ’ ένα θρανίο, μια φυλακή με τέσσερα πόδια που δε σε πάνε πουθενά, δεν περπατά, μονάχα τρίζει ή και σκονίζεται κι όλο την τρίβεις κι όλο αυτή βρωμίζεται. Και μου’ παν πως μπορώ τις μέρες μου να τις μετρώ χαράσσοντας γραμμές πάνω σ’αυτή τη φυλακή. Θα γίνει το θρανίο μου τοίχος, κελί κι ημερολόγιο. Μόνο που ημερολόγιο ποτέ στ’ αλήθεια δε θα γίνει, δε θα θυμάται το θρανίο τα δικά μου τα γενέθλια ή τα δικά σου, ή πότε φίλησα ή πότε έκανα πρώτη φορά μου έρωτα ή πότε έμαθα απ’τα λάθη να διδάσκομαι. Μόνο τ’ απλά μου θα θυμάται, τα ανέκδοτα, τα όσα έλεγα για να μη σκάψω μέσα μου βαθύτερα, να μην ανοίξω στο σχολείο τον δικό μου κόσμο να φανεί, γιατί μου είπαν να προσέχω. Διπλανούς και μακρινούς και συγκρατούμενους. Το θρανίο θα το σκάψω, θα το σκάβω κάθε μέρα από λίγο, με το μολύβι ξυσμένο, σαν μικρό σουγιά ή σαν κουτάλι, λίγο τη μέρα να φανεί το έδαφος κάτω από τα πόδια μου,η γη κάτω από τα όνειρά μου. 

Μαμά, κοίτα, ξέρω ότι κι εσύ στις ίδιες φυλακές μεγάλωσες, αλλά αυτός δεν είναι λόγος αρκετός για να σου μοιάσω. Εξάλλου, εσύ μέχρι και σήμερα ανορθόγραφα τη γράφεις την ελευθερία.

Μαμά, κοίτα, μου είπαν θα με μάθουν να πιστεύω. Όχι σε όλα, σε όσα όμως θέλουν κι έχουν πριν από μένα κάνει έρευνα . Δουλεύουν για μένα, το διανοείσαι, δε θα χρειάζεται ποτέ μου να αναρωτηθώ γιατί και πώς και πού, θα είναι όλα σερβιρισμένα, στον πίνακα, στο πιάτο, στο βιβλίο, κάτω απ’τη μύτη μου, μέσα στην τσάντα μου, και δε θα πρέπει πια εσύ να ξεροσταλιάζεις, να ξενυχτάς να μου διαβάζεις παραμύθια, θα το κάνουν πια εκείνοι, θα μου διαβάζουν όλα τα παραμύθια που δεν ήθελα ποτέ να μάθω, όσες φορές κι αν χρειαστεί μέχρι απ’έξω να τα μάθω, να πω για τις φορές και τους καιρούς που άλλοι έζησαν καλά, εμείς χειρότερα, πάντα χειρότερα, και θα πρέπει τα παραμύθια τους να μάθω, για να μπορέσω ίσως και να τα ζηλέψω, να γίνω ήρωας δίχως την πανοπλία, στη μνήμη μου να τα ανασύρω όταν μου πούνε «γράψε και πάρε έναν βαθμό, πάρτον και ράψτον πάνω στο μανίκι σου, στο δέρμα σου πάνω τυπωσέ τον, δε θα’ σαι πια ο χ, ο ψ, ο ω, θα’σαι ο 6, ο 8, ο ‘’λίγη προσπάθεια ακόμα δε θα έβλαπτε’’, ο ‘’πάλι αδιάβαστος Γιωργάκη,’’, ο ‘’μα επιτέλους τι θα γίνεις όταν μεγαλώσεις’’». Αυτό το τελευταίο σταμάτησαν να το λένε, έτσι μου είπαν. Γιατί πια ξέρουν τι θα γίνουμε, όταν μεγαλώσουμε. Άνεργοι. Μ’ ένα κεφάλι γεμάτο παραμύθια, που δε θα έχουμε παιδιά να τους τα πούμε.

Μαμά, κοίτα, μου είπαν θα με μάθουν να πιστεύω. Σε Θεό, σε Χριστό, σε θαύματα, μου είπαν ότι είμαι χριστιανός και πως γι’αυτό θρησκευτικά θα έχουμε στο πρόγραμμα. Το ήξερα πως ήμουν χριστιανός, μου το’λεγες τις δυο, τις τρεις φορές τον χρόνο που με πήγαινες στην εκκλησία, και τις φορές που με χαστούκιζες όταν δεν έκανα μπροστά σε άλλους τον σταυρό μου. Εδώ θα γίνω πιο πολύ. Θα πάρω και σ’αυτό έναν βαθμό και θα μπορώ να αποδείξω ότι είμαι. Θα μάθω και τη γλώσσα που εσύ μου περιόρισες μόνο στα κάτσε και στα σήκω, σε όλου του κόσμου τις προστακτικές, κι ας είχα εγώ στο νου μου πτώσεις δοτικές. Θα μάθω ιστορία για να μπορώ τους μετανάστες να κλωτσάω, θα μάθω φυσική για να μπορώ τη φύση να λερώνω, θα μάθω μαθηματικά για να μετρώ τα όνειρα που δε θα γίνουνε ποτέ αληθινά, γιατί σκοντάφτουν σε αριθμούς, γιατί σκοντάφτουν σε ευρώ, κι αυτά μας τα βιβλία όλα σε ευρώ μας τα υπολόγισαν, βιάστηκαν κι αυτά ν’αλλάξουν νόμισμα, χωρίς όμως πρώτα να λύσουν τα προβλήματα. Θα μάθω αρχαία ελληνικά, για να μπορώ τα γκρικλις να αφαιρέσω απ’τη ζωή μου. Μαμά, κοίτα, αν δεν υπήρχε το σχολείο θα γινόμουν δυστυχής.


Μαμά, σ’ ευχαριστώ που μ’ εγκατέλειψες στο σχολείο. Κάθε μέρα που περνά μαμά, κοίτα πως δε θα μοιάζω σε τίποτα μ’αυτό που θα γινόμουν. Μέρα με τη μέρα η φαντασία μου θα εξαφανίζεται, δεν ήταν και σε τίποτα εξάλλου χρήσιμη, όλο μπελάδες μου δημιουργούσε. Ο χρόνος μου θα εκμηδενίζεται, αλλά κι αυτόν δεν τον χρειάζεσαι να σε πληγώνει άλλο. Θα συναντιόμαστε στα κλεφτά, πριν πάω αγγλικά, κομπιούτερ, ρυθμική και γυμναστήριο, θα με κοιτάς στα πόδια ή στην πλάτη, θα μου φοράς τα ρούχα μου, θα μου σερβίρεις το φαί και θ’ αποφεύγεις να με δεις στα μάτια. Μαμά, θα σε φωνάζω μέχρι να με κοιτάξεις. Κάποτε κι εμείς μαμά, θα πάρουμε εξιτήριο.

Κυριακή 15 Σεπτεμβρίου 2013

Allende

Για να σκοτώσουν τον άνθρωπο της ειρήνης
για να χτυπήσουν το καθαρό από εφιαλτες μέτωπό του
έπρεπε να γίνουν εφιάλτης
για να νικήσουν τον άνθρωπο της ειρήνης
έπρεπε να μαζέψουν όλα τα μίση
και τ' αεροπλάνα και τα τανκς
για να πλήξουν τον άνθρωπο της ειρήνης
έπρεπε να τον βομβαρδίσουν να τον κάνουν στάχτη
γιατί ο άνθρωπος της ειρήνης ήταν ένα φρούριο

για να σκοτώσουν τον άνθρωπο της ειρήνης
έπρεπε να εξαπολύσουν έναν θολό πόλεμο
για να νικήσουν τον άνθρωπο της ειρήνης
και να κάνουν τη σεμνή και διαπεραστική φωνή του να σωπάσει
έπρεπε να σπρώξουν τον τρόμο έως την άβυσσο
και να σκοτώσουν πιο πολύ για να συνεχίσουν να σκοτώνουν
για να πλήξουν τον άνθρωπο της ειρήνης
έπρεπε να τον δολοφονήσουν πολλές φορές
γιατί ο άνθρωπος της ειρήνης είναι ένα φρούριο

για να σκοτώσουν τον άνθρωπο της ειρήνης
έπρεπε να φανταστούν ότι ήταν ένας στρατός
ένας στόλος ένα τάγμα μια ταξιαρχία
έπρεπε να πιστέψουν ότι ήταν ένα άλλο στράτευμα
αλλά ο άνθρωπος της ειρήνης δεν ήταν παρά ένας λαός
κι είχε στα χέρια του ένα τουφέκι και μια εντολή
και χρειάζονταν πιο πολλά τανκς και πιο πολύ μίσος
πιο πολλές βόμβες πιο πολλά αεροπλάνα πιο πολλή ντροπή
γιατί ο άνθρωπος της ειρήνης ήταν ένα φρούριο

για να σκοτώσουν τον άνθρωπο της ειρήνης
για να χτυπήσουν το καθαρό από εφιαλτες μέτωπό του
έπρεπε να γίνουν εφιάλτης
για να νικήσουν τον άνθρωπο της ειρήνης
έπρεπε να συνεργαστούν για πάντα με τον θάνατο
να σκοτώσουν και να ξανασκοτώσουν μονο και μόνο για να συνεχίσουν να σκοτώνουν
και να καταδικαστούν σε ερμητική μοναξιά
για να σκοτώσουν τον άνθρωπο που ήταν ένας λαός
έπρεπε να μείνουν χωρίς λαό

Mario Benedetti

Πέμπτη 15 Αυγούστου 2013

0,70€ αξίζει μια ανθρώπινη ζωή


Τρίτη 13 Αυγούστου.
Αθήνα.
Βράδυ μεταξύ 22:00 και 23:00.
Στάση Αγίου Αντωνίου.
Επιβίβαση στο τρόλεϊ με προορισμό Ανθούπολη.
Οι επιβάτες, ο οδηγός κι ένας ελεγκτής.
Ένας 19χρονος φοιτητής....
Δεν πρόλαβε να πει πολλά...
«Είμαι άνεργος και εγώ και η... οικογένειά μου. Δεν έχω χρήματα ούτε για το εισιτήριο, ούτε για το πρόστιμο».
Αρκούσε αυτό...
Διαπληκτισμοί, προσβολές, σπρωξιές...
και το κόκκινο κουμπί έκτακτης ανάγκης του τρόλεϊ έγραφαν τους τίτλους τέλους για τον Θανάση εν άγνοια του.
"Έκτακτη ανάγκη"...το κουμπί πατιέται σε περίπτωση ανάγκης...
Αυτό έκανε κι εκείνος..Ένιωσε την ανάγκη να γλυτώσει από τα χέρια ενός ελεγκτή και από τις προσβολές που δεχόταν από τον οδηγό μόνο και μόνο γιατί ήταν άνεργος και αδυνατούσε να πληρώσει 0.70 ευρώ.
Το κουμπί πατήθηκε..ανοίγει την πόρτα να φύγει..το τρόλεϊ εν κίνηση.
Η ζωή του για τα σκυλιά του κράτους άξιζε όσο ένα εισιτήριο..
Ο Θανάσης Καναούτης πέφτει με το κεφάλι στην άσφαλτο.
Ο 19χρονος άνεργος Θανάσης Καναούτης είναι νεκρός..!!

Δεν ξέρω πως να εκφράσω όλα αυτά τα συναισθήματα που προκαλεί ένα τέτοιο γεγονός..
Οργή, μίσος, θλίψη, αγανάκτηση...
Δεν ξέρω τι θα ήθελα να του πω πραγματικά εάν μπορούσα...
Μόνο ένα συγνώμη για όλα αυτά που όλοι εμείς δεν κάναμε πολύ νωρίτερα κι ένα συγνώμη που επιτρέπουμε ακόμα και τώρα να ζουν ανάμεσα μας ελεύθεροι άνθρωποι σαν τους δολοφόνους του.

Για τον Θανάση...



Πόσο νωρίς φεύγει το φως απ’ τη ζωή μας αδερφέ μου...

Μέσα απ’ τ’ αλλεργικά μας βλέφαρα
αργά στα νύχια πατάει η ζωή
μπας και την πάρουμε πρέφα
μακραίνει χάνεται... κοίτα έγινε κουκίδα στρίβει γωνία... πάει...
Σκοτεινιάααα!!
Αρνητικά φωτογραφίας κοιτάω και είναι λέει άνθρωποι
κόκκινα φωτιά τα μάτια τους παγιδευμένων λύκων
νύχια δανεικά – πως τους κατάντησαν έτσι – ξένες μασέλες
βδέλλες κολλάνε στο λαρύγγι μας τραβάνε τα κουμπιά μας
μπας και τη βγάλουνε λιγάκι ακόμα.
Είναι εκείνοι του τραίνου – τους θυμάμαι καλά –
που όταν κανονίσαμε το πρώτο μας όνειρο να πάμε εκδρομή
μας πέταξαν στις τεντωμένες ράγες του ηλεκτρικού
σαν άδεια σακιά σ’ αφύλαχτη διάβαση
για υπερβάλλον βάρος.
Όσοι «ζήσαμε» γραμμένο με εισαγωγικά
χιλιάδες κάννες κεντράρουνε πάνω μας
απ’ την ταράτσα του ΟΤΕ
κρύο κρύο και μελό με το μακό μας φανελάκι
κάνουμε τάχα πως έχουμε παλτό
κι ένα – είδες – όλοι μας τόχουμε –
βυσινιό νεύρο κάτω απ’ το μάτι μας βαράει ακόμα.
Πόσο ακριβή είν’ αδερφέ μου η ζωή
πόσο φτηνήνανε τα είδη κουράγιο ρε.
Μερικές φορές – μα δεν το βάζω κάτω –
έρχονται τούμπα τα αντικαταθλιπτικά
και γέρνει η παλάτζα
δεν έχει άλλο μπρος
σκύβω τότε και παίρνω στα δόντια μου
το ματωμένο μου μυαλό και πάω πίσω πίσω
γυρίζω πίσω να σωθώ
κι ύστερα δε βρίσκω το δρόμο
γιατί και κει είναι σκατά – σαν να μην τόξερα –
παντού σπασμένες σιδεριές και θραύσματα οβίδας
τρομάζω τα χάνω με το παραμικρό δεν έχω που να πάω
μονάχα η πόρτα της ΥΠΕΡΑΓΟΡΑΣ είν’ ανοιχτή
και χώνομαι μέσα
κοιτάω σαν αρπαχτικό που πάνε τα λεφτά
και την αξία χρήσης
Ντελίριουμ Τρέμενς το λεν’ αυτοί ΕΓΩ ΘΕΛΩ ΝΑ ΚΛΕΨΩ
Βάζω τότε μπροστά όλα τα στερεοφωνικά να παίζουν μαζεμένα
κάθε μάρκα κι άλλο σκοπό
και τα μεγάφωνα στο φουλ να σπάσουνε τ’ αφτιά τους
κι ύστερα μ’ ένα Σίγγερ ψαλιδάκι καλό
κόβω γύρω γύρω το στόμα τους το μεγαλώνω
κολλάω κει πάνω την ψυχή μου φιλί του θανάτου
και μέσα τους αδειάζω τα ψυχοφάρμακα
τα φαρμακεία τους και τους φαρμακοποιούς τους μαζί
Θάνατος στο Βυζάντιο σιχτίρ οι δυναστείες
το διάφραγμα της φίλης μου τις ειρηνικές επεμβάσεις
οι πουλημένες τραβηχτικές Kodak και Γ. Σταύρου
να πάνε να πεθάνουν
Θάνατος στους Αθάνατους
μαύρες σημαίες και κόκκινο το φως ανοίγει
– Θ’ ΑΝΟΙΞΕΙ – ο δρόμος το στόμα
τα μάτια η καρδιά και το μυαλό.
Έτσι να κάνουμε θα πέσει η πόρτα.
Κι η μηχανή με το αρχαίο φιλμ. Μη. Μη συνέχεια οι άνθρωποι
μαύρα αρνητικά και μεις ΚΑΜΕΝΟΙ ΗΛΙΟΙ.



Δευτέρα 12 Αυγούστου 2013

Bροχή των αστεριών



Πόσο θα'θελα μια βραδιά μαζί σου κάτω από έναν ξάστερο ουρανό.
Ξαπλωμένοι λέει κι δύο πάνω σε πράσινο σεντόνι
ν'αγναντεύουμε την βροχή των αστεριών.

Ξέγνοιαστοι μα μήτε και χαμογελαστοί.
Ερωτευμένοι μα μήτε και ευτυχισμένοι.
Χωρίς άγχοι μα μήτε και απροβλημάτιστοι.

Να ακούμε μόνο το θρόισμα των φύλλων και τη βοή της θάλασσας.
Πλημμυρισμένοι από απραγματοποίητα όνειρα και ανεκπλήρωτα θέλω.
Να μη μιλάς μα να σ'ακούω..Να μη μιλώ μα να μ'ακούς..

Να σ'αγαπώ με μια αγάπη ανείπωτη που δε γνώρισε κανείς.
Να μ'αγαπάς με μια αγάπη που δεν αποτυπώθηκε σε κανένα γραπτό.
Κι έτσι να μέναμε για πάντα..

Εγώ κι εσύ..
Ο ουρανός και η θάλασσα..
Η αγάπη κι βροχή..
Τα όνειρά μας και τα θέλω μας...


Κυριακή 28 Ιουλίου 2013

Μαριονέτα..


Για εισαγωγή μουσική. 
Επιβλητική.
Ρυθμικοί τυμπανισμοί.
Ένα πλήθος σκιών κάνει την εμφάνισή του.
Τα φώτα σβήνουν...

Στρατιωτικό παράγγελμα.
Προσοχή..Ανάπαυση..και πάλι Προσοχή.
Ακούγεται θόρυβος ... σηκώνεται σκόνη.
Εν ... Δύο ... Ένα ... Δυο.
Απομακρύνονται όλοι ... Σιωπή.

Απομένεις μόνος στην κεντρική σκηνή.
Μυρίζει ιδρώτας ... φόβος ...
Δεν μπορείς να σαλέψεις.
Σου ζητάνε να πάρεις μια απόφαση μα είναι αδύνατον.
Κάτι σε κρατάει μα δεν ξέρεις τι.

Σχοινιά πολύχρωμα πέφτουν απ' την οροφή.
Όλοι εντυπωσιάζονται.
Είναι αυτά που δίνουν έμφαση στις κινήσεις σου.
Προχωράς αριστερά-δεξιά χωρίς να το θες.
Ανοίγεις το στόμα σου μα δεν ακούγεσαι...
Δεν είναι ακόμα ώρα ... 

Πέφτει η αυλαία...
Σιωπή..!


Τρίτη 9 Ιουλίου 2013

Για τον σύντροφο Κώστα Σακκά...

Ο αναρχικός απεργός πείνας Κώστας Σακκάς από το παράθυρο του Γ.Κ. Νοσοκομείου Νίκαιας φωνάζει προς τον συγκεντρωμένο κόσμο "Πάμε μέχρι τη νίκη. Μέχρι το τέλος ρε!" #Free_Sakkas


Πέμπτη 11 Απριλίου 2013

Η ΚΡΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΟΛΗ ΔΕ ΘΑ ΦΙΜΩΣΕΙ ΤΟ INDYMEDIA


To Athens Indymedia και ο 98fm βρίσκονται υπό καταστολή. Αύριο Παρασκευή 12 Απρίλη στις 13.00, συγκέντρωση στην κεντρική πλατεία στην Πολυτεχνειούπολη Ζωγράφου.

Ζητούμε να αναμεταδώσετε το κάλεσμα αυτό.



πρόσβαση με λεωφορεία :
608 από Ακαδημία
242 από σταθμό μετρό Κατεχάκη



Πέμπτη 21 Μαρτίου 2013

Ευρωπαϊκή Ε(κέ)νωση

     Τρίτη βράδυ 19 Μαρτίου..Social media, τηλεοράσεις, ραδιόφωνα, όλα τα βλέμματα έχουν στραφεί στην Κύπρο. Δημοσιοκάφροι και μη, παρακολουθούν λεπτό προς λεπτό την ψηφοφορία που εξελίσσεται στο κυπριακό κοινοβούλιο. Ο κύβος ερρίφθη λοιπόν και οι βουλευτές καταψηφίζουν το νομοσχέδιο της Τρόικας.
     Δε θέλω να κάνω πολιτική ανάλυση αυτής της επιλογής αλλά ούτε και να πιθανολογώ για τις εξελίξεις της επόμενης μέρας. Θέλω να σταθώ και να κάνω κάποιες παρατηρήσεις όμως σχετικά με όσα ακούγονται από χτες βράδυ, μέσα σε ένα κλίμα επαναστατικού πριαπισμού, υπέρ των Κυπρίων. 
      Στην Κύπρο έχει επικρατήσει ο οικονομικός ορθολογισμός. Θεμέλιος λίθος του καπιταλισμού είναι η συνεχής συσσώρευση πλούτου.Βγάλε φράγκα-επένδυσε τα -βγάλε περισσότερα φράγκα..Έτσι έκανε και την επιλογή της ανάπτυξης μέσω του ξεπλύματος χρημάτων μέσω τραπεζών με επιτόκια 4% έως 6%.Το ευρώ και η Ευρωπαϊκή Ένωση ήταν απλά μια συμπληρωματική επιλογή. Μέσα σε όλο αυτό δεν πρέπει να περάσει απαρατήρητη κι θέση της Ρωσίας μιας κι έχει μεγάλα πακέτα στις Κυπριακές τράπεζες.Και το ποιο βασικό είναι ότι  η Κύπρος είναι η μόνη χώρα που μπορεί πια η Ρωσία (αφού έχασε τη Συρία) να βάλει πόδι και να έχει έναν ελέγχο στη Μεσόγειο.
     Επίσης κυκλοφορεί η γενικευμένη άποψη ότι δήθεν απόρριψαν την Τρόικα και το Μνημόνιο.Στην Κύπρο δεν κατέρρευσε κάποια πολιτική των Μνημονίων, αλλά η συγκεκριμένη πολιτική του κουρέματος των καταθέσεων. Μια πολιτική που είχε να κάνει με μεγάλους και μεσαίους καταθέτες, ενδιάμεσους μαφιόζων κ.ο.κ. Μια πολιτική που θα στρεφόταν άμεσα ενάντια στις κατώτερες τάξεις και στην εργατική τάξη της Κύπρου, όπως αυτή που ασκήθηκε στην Ελλάδα, παραμένει αμφίβολο αν θα έχει ανάλογες αντιδράσεις. Και το ίδιο ισχύει και για το ρόλο της Εκκλησίας η οποία δεν ξέρω κατά πόσο θα έπραττε το ίδιο αντίστοιχα. Εξάλλου όσοι επικροτούν την "προσφορά" της κυπριακής εκκλησίας θα μπορούσαν να το δουν το ίδιο με το να επικροτούν την επένδυση ενός επιχειρηματία.
     Τέλος σχετικά με την απότομη ηρωοποίηση της Κύπρου άλλα ακόμα και τον βουλευτών, αν θέλουμε να είμαστε αντικειμενικοί δε θα πρέπει να ξεχνάμε ότι  η ελληνοκυπριακή κοινωνία δεν είναι ακριβώς το πρότυπο μιας κοινωνίας αντιστάσεων και ανατροπών.Τα τελευταία 39 χρόνια, της επίσημης διχοτόμησης, δεν έχουμε δει ούτε καμία φοβερή «αντικατοχική δράση», ούτε και κινήματα επανένωσης του νησιού, αλλά και γενικότερα κοινωνικά ή εργατικά κινήματα.Έτσι κι αλλιώς έχει γίνει κουραστική η επαναλαμβανόμενη γκρίνια για την Ελλάδα που «είναι στον καναπέ», ΚΑΘΕ φορά που γίνεται οτιδήποτε στο εξωτερικό.Το να μπαίνουν στο ζύγι οι απεργίες, οι κινητοποιήσεις, τα κινήματα που έχουν αναπτυχθεί στον ελλαδικό χώρο τα τελευταία χρόνια και να βγαίνουν ελαφρύτερα από μία απόφαση ενός κοινοβουλίου είναι αν μη τι άλλο τραγικό.
     Όλα τα παραπάνω λοιπόν αποτελούν απλές παρατηρήσεις με σκοπό να φρεσκάρουν τη μνήμη όσων βιάζονται να  πανηγυρίσουν θριαμβευτικά με οτιδήποτε διαφορετικό βλέπουν τριγύρω. Όπως και να'χει το σημαντικό είναι ότι για πρώτη φορά κοινοβούλιο μίας χώρας του νότου τολμά (ασχέτως κινήτρων) να αψηφά τις απειλές περί εκδίωξης από το ευρώ και να ψηφίζει κόντρα στη θέληση του Βερολίνου.



Πέμπτη 14 Φεβρουαρίου 2013

Πολιτικές δολοφονίες...

     Κούφιος ο κόσμος που μας φιλοξενεί.Γεμίσαμε νεκροταφεία με υγρούς ακόμα τάφους.Κι όσοι ακόμα δεν "κερδίσανε" το ένα μέτρο που αναλογεί στον καθένα μας πάνω σ'αυτή τη γη, παραμείνανε να κυκλοφορούν ανάμεσα μας ζωντανοί-νεκροί.
     Ακόμα κι ο θάνατος έγινε συνήθεια στους ποιο πολλούς, όπως τόσο εύκολα συνήθισαν τόσα και τόσα. Πριν από ένα χρόνο περίπου ο κόσμος αντιμετώπιζε τις καθημερινές αυτοκτονίες  ως πολιτικές δολοφονίες. Τα ΜΜΕ μιλούσανε για την κρίση και τους χ-ψ λόγους που ωθούν την κοινωνία να πηδάει από μπαλκόνια  ενώ εξίσωναν τα στατιστικά τους στοιχεία με τις ψυχές που το ίδιο το κράτος είχε οδηγήσει σε απαγχονισμό.
     Σήμερα, ένα χρόνο σχεδόν μετά από την πολύκροτη αυτοκτονία του εβδομηντάχρονου στην πλατεία Συντάγματος ο αριθμός των αυτόχειρων αυξάνεται καθημερινά χωρίς αυτό να προκαλεί ανησυχία. ή έστω ενδιαφέρον σε κανέναν!Οι δημοσιοκάφροι στα παράθυρα της τηλεόρασης σταμάτησαν να ασχολούνται κι εφημερίδες παρέα με αμέτρητες ηλεκτρονικές σελίδες περνάνε το θάνατο στα ψηλά γράμματα. Εξάλλου σημασία έχει η δόση πλέον..ή έστω τα "μαλακισμένα" για τον κάθε Καμπουράκη που διατηρούν εστίες ανομίας.
     Πέρα από τις πολιτικές δολοφονίες που προσφέρει απλόχερα η εκάστοτε κυβέρνηση τα τελευταία χρόνια στους πολίτες αυτής της χώρας, το παιχνίδι της μαζικής σωματικής-ψυχολογικής-οικονομικής εξάντλησης δε σταματάει εκεί..!Οι μπάτσοι, πιστοί φύλακες της εξουσίας και της "νομιμότητας" αυτού του συστήματος αποκαλύπτουν ακόμα και σε όσους δεν ήθελαν να δουν τόσα χρόνια τον βασικό ρόλο που βαράνε μέσα σε αυτό το παιχνίδι.Το ρόλο του πληρωμένου δολοφόνου.
     Μέσα σε έναν μόλις μήνα γίναμε όλοι θεατές κρατικών εκτελέσεων από κάθε λογής χώρο. Την αρχή την κάνουν οι φασίστες με την δολοφονία του Σαχτζάτ Λουκμάν 27 χρονών, στα Πετράλωνα.Ένας άνθρωπος πέφτει νεκρός από χρυσαυγήτες την ίδια στιγμή που η κοινωνία καταδικάζει τους μετανάστες μαζικά αδιαφορώντας για το ότι κι αυτοί είναι άνθρωποι..Εξάλλου για τους περισσότερους παρέμεινε απλά ένας μετανάστης κι όχι ένας σφαγιασμένος από ακροδεξιά μαχαίρια νέος με ονοματεπώνυμο. Πόσο να ασχοληθούν μαζί του οι ζωντανοί-νεκροί..;Μετανάστης ήταν..Και μόνο γι'αυτό έφταιγε..!
     Επόμενη κρατική δολοφονία ο Βαγγέλης Σταμούλιας 33 χρονών, στο Αιγάλεω. Η τάχα δικαιοσύνη αυτής της χώρας τον τυλίγει σε μια κόλλα χαρτί μετά από τη σύλληψή του σε μια πανεργατική απεργία του '11. Ο Βαγγέλης γνωρίζοντας καλά πώς είχε μπει στο ρουθούνι αυτού του συστήματος και το ενοχλούσε, πίστευε πώς δε θα τον αφήσουν έτσι εύκολα. Έτσι ένα πρωί οι φοβίες που του φόρτωσε αυτό το δήθεν κράτος δικαίου τον σπρώχνουν από το μπαλκόνι του τέταρτου ορόφου. Βέβαια, πόσοι να νοιαστούν;Είναι ψιλά τα τα γράμματα στις στήλες των εφημερίδων γι'αυτούς που δεν άντεξαν και έφτυσαν στα μούτρα την κοινωνία ολόκληρη.
     Κι ύστερα έρχεται πλέον άμεσα το ένστολο σώμα αυτής της δημοκρατικής χώρας..Ο Μπαμπακάρ Ντιάε 39 χρονών, πέφτει νεκρός στις γραμμές του ηλεκτρικού στο Θησείο. Όχι δε μιλάμε για αυτοκτονίες πλέον...Μιλάμε για κρατική καταστολή μέγιστου βαθμού, απαξιώνοντας την ίδια την ανθρώπινη ζωή. Ο Ντιάε ήταν πατέρας δύο παιδιών και ήρθε στη χώρα σου με την ελπίδα πως θα φτιάξει καλύτερες ζωές για τα παιδιά του. Δημοτόμπατσοι των καταδίωξαν γιατί πουλούσε παράνομα πράγματα. Η καταδίωξη αυτή του στέρησε τη ζωή. Τώρα μπορείς να κοιμάσαι ήσυχος ξέροντας πως το Θησείο ξεβρόμισε έστω αυτό το λίγο..ε..;Μόνο θυμήσου την επόμενη φορά που θα αγοράσεις τσάντες και γυαλιά από μετανάστη..Μη τον κοιτάξεις στα μάτια γιατί σε όλους θα αντικρίσεις τον Ντιάε...
     Ενώ προσπαθούμε να χωνέψουμε όλα τα παραπάνω λοιπόν και με το αίμα να παραμένει υγρό στους δρόμους της πόλης έρχεται η αυτοκτονία ακόμα ενός φαντάρου στο 618ΤΠΖ στον Έβρο. Ο Κίμωνας Καρολίδης 27 χρονών, αυτοκτονεί με το όπλο του ενώ βρίσκεται στη σκοπιά. Τους ακριβής λόγους δε μπορεί να τους ξέρει κανείς. Κάποια πράγματα όμως δεν παύουν να είναι αυτονόητα μιας κι αν ψάξει ο καθένας σχετικά με τις συνθήκες που επικρατούν στον Έβρο και σε πολλά άλλα στρατόπεδα θα βγάλει τα συμπεράσματα του. Την σκανδάλη στο όπλο του Κίμωνα  την τράβηξαν αυτοί που με περίσσιο θράσος  τράβαγαν τη σκανδάλη και πάνω από το πτώμα του για να του αποδώσουν τιμές. Ο τόπος που διάλεξε ο Κίμωνας να φύγει όμως δείχνει ότι δεν πέθανε για την πατρίδα..αλλά ότι η πατρίδα των σκότωσε...
     Ξέρω και βλέπω καθημερινά γύρω μου πως η κοινωνία που με περιτριγυρίζει δε δίνει μία για όλους αυτούς. Το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να κολλήσει ταμπέλες τύπου: "Ο μετανάστης", "Ο αριστερός", "Ο αναρχικός" κτλ και με την ίδια ευκολία να ασκήσει κρητική στο πόδι όπως: "Καλά να πάθουν", "Άμα δε τους αρέσει να γυρίσουν στη χώρα τους", "Τι θέλουν και πάνε και μπλέκουν;" και το κλασικό "Γι'αυτό εγώ κοιτάω τη δουλειά μου κι ας κόψουν το κεφάλι τους οι άλλοι".
     Η χαριστική βολή (για την ώρα) ήρθε με το θάνατο της Πωλίνας Κελεμπεσιώτη 20 χρονών. Ένα κορίτσι που δεν επέλεξε το θάνατό του. Που δεν πρόλαβε να ζήσει. Ένα ακόμα παιδί νεκρό από μπάτσους. Όχι δεν σήκωσαν το όπλο απέναντι της...Απλά χρίσανε  τους εαυτούς τους ως κάτι ανώτερο που δεν υποχρεούταν να τηρεί τους νόμους που υποτίθεται υπηρετούν. Ένα μπατσικό περνάει με κόκκινο και σκοτώνει ένα παιδί. Κανείς δεν τιμωρείτε, κανείς δε λογοδοτεί. Η οικογένεια κάνει έκκληση από μόνη της μπας και βρεθούν μάρτυρες..Κι εσύ; Για την Πωλίνα δεν υπάρχουν ταμπέλες που να "βολεύουν" και δικαιολογίες για να κατηγορούν. 
     Η Πωλίνα είναι το δικό μου παιδί..Είναι η δικιά σου αδελφή..Είναι η κόρη σου που πήγαινε να κάνει πρόβα για ένα θεατρικό..Είναι το παιδί μου που μου το σκοτώσανε μπάτσοι! Δεν βρέθηκε το παιδί μου σε λάθος μέρος την λάθος στιγμή..Δε φταίει..!!! Αν κάποιος φταίει είσαι εσύ που τόσα χρόνια δεν έχεις αντιληφθεί πως η φωτιά που καίει τα δίπλα σπίτια, αύριο θα κάψει εσένα ζωντανό..
     Κι εσύ ακόμα απλά αδιαφορείς...
     Κι εσύ ακόμα κοιτάς τη δουλεία σου...
     Κι εσύ ακόμα νοιάζεσαι μόνο για το σπίτι και την οικογένεια σου...