Πέμπτη 15 Αυγούστου 2013

0,70€ αξίζει μια ανθρώπινη ζωή


Τρίτη 13 Αυγούστου.
Αθήνα.
Βράδυ μεταξύ 22:00 και 23:00.
Στάση Αγίου Αντωνίου.
Επιβίβαση στο τρόλεϊ με προορισμό Ανθούπολη.
Οι επιβάτες, ο οδηγός κι ένας ελεγκτής.
Ένας 19χρονος φοιτητής....
Δεν πρόλαβε να πει πολλά...
«Είμαι άνεργος και εγώ και η... οικογένειά μου. Δεν έχω χρήματα ούτε για το εισιτήριο, ούτε για το πρόστιμο».
Αρκούσε αυτό...
Διαπληκτισμοί, προσβολές, σπρωξιές...
και το κόκκινο κουμπί έκτακτης ανάγκης του τρόλεϊ έγραφαν τους τίτλους τέλους για τον Θανάση εν άγνοια του.
"Έκτακτη ανάγκη"...το κουμπί πατιέται σε περίπτωση ανάγκης...
Αυτό έκανε κι εκείνος..Ένιωσε την ανάγκη να γλυτώσει από τα χέρια ενός ελεγκτή και από τις προσβολές που δεχόταν από τον οδηγό μόνο και μόνο γιατί ήταν άνεργος και αδυνατούσε να πληρώσει 0.70 ευρώ.
Το κουμπί πατήθηκε..ανοίγει την πόρτα να φύγει..το τρόλεϊ εν κίνηση.
Η ζωή του για τα σκυλιά του κράτους άξιζε όσο ένα εισιτήριο..
Ο Θανάσης Καναούτης πέφτει με το κεφάλι στην άσφαλτο.
Ο 19χρονος άνεργος Θανάσης Καναούτης είναι νεκρός..!!

Δεν ξέρω πως να εκφράσω όλα αυτά τα συναισθήματα που προκαλεί ένα τέτοιο γεγονός..
Οργή, μίσος, θλίψη, αγανάκτηση...
Δεν ξέρω τι θα ήθελα να του πω πραγματικά εάν μπορούσα...
Μόνο ένα συγνώμη για όλα αυτά που όλοι εμείς δεν κάναμε πολύ νωρίτερα κι ένα συγνώμη που επιτρέπουμε ακόμα και τώρα να ζουν ανάμεσα μας ελεύθεροι άνθρωποι σαν τους δολοφόνους του.

Για τον Θανάση...



Πόσο νωρίς φεύγει το φως απ’ τη ζωή μας αδερφέ μου...

Μέσα απ’ τ’ αλλεργικά μας βλέφαρα
αργά στα νύχια πατάει η ζωή
μπας και την πάρουμε πρέφα
μακραίνει χάνεται... κοίτα έγινε κουκίδα στρίβει γωνία... πάει...
Σκοτεινιάααα!!
Αρνητικά φωτογραφίας κοιτάω και είναι λέει άνθρωποι
κόκκινα φωτιά τα μάτια τους παγιδευμένων λύκων
νύχια δανεικά – πως τους κατάντησαν έτσι – ξένες μασέλες
βδέλλες κολλάνε στο λαρύγγι μας τραβάνε τα κουμπιά μας
μπας και τη βγάλουνε λιγάκι ακόμα.
Είναι εκείνοι του τραίνου – τους θυμάμαι καλά –
που όταν κανονίσαμε το πρώτο μας όνειρο να πάμε εκδρομή
μας πέταξαν στις τεντωμένες ράγες του ηλεκτρικού
σαν άδεια σακιά σ’ αφύλαχτη διάβαση
για υπερβάλλον βάρος.
Όσοι «ζήσαμε» γραμμένο με εισαγωγικά
χιλιάδες κάννες κεντράρουνε πάνω μας
απ’ την ταράτσα του ΟΤΕ
κρύο κρύο και μελό με το μακό μας φανελάκι
κάνουμε τάχα πως έχουμε παλτό
κι ένα – είδες – όλοι μας τόχουμε –
βυσινιό νεύρο κάτω απ’ το μάτι μας βαράει ακόμα.
Πόσο ακριβή είν’ αδερφέ μου η ζωή
πόσο φτηνήνανε τα είδη κουράγιο ρε.
Μερικές φορές – μα δεν το βάζω κάτω –
έρχονται τούμπα τα αντικαταθλιπτικά
και γέρνει η παλάτζα
δεν έχει άλλο μπρος
σκύβω τότε και παίρνω στα δόντια μου
το ματωμένο μου μυαλό και πάω πίσω πίσω
γυρίζω πίσω να σωθώ
κι ύστερα δε βρίσκω το δρόμο
γιατί και κει είναι σκατά – σαν να μην τόξερα –
παντού σπασμένες σιδεριές και θραύσματα οβίδας
τρομάζω τα χάνω με το παραμικρό δεν έχω που να πάω
μονάχα η πόρτα της ΥΠΕΡΑΓΟΡΑΣ είν’ ανοιχτή
και χώνομαι μέσα
κοιτάω σαν αρπαχτικό που πάνε τα λεφτά
και την αξία χρήσης
Ντελίριουμ Τρέμενς το λεν’ αυτοί ΕΓΩ ΘΕΛΩ ΝΑ ΚΛΕΨΩ
Βάζω τότε μπροστά όλα τα στερεοφωνικά να παίζουν μαζεμένα
κάθε μάρκα κι άλλο σκοπό
και τα μεγάφωνα στο φουλ να σπάσουνε τ’ αφτιά τους
κι ύστερα μ’ ένα Σίγγερ ψαλιδάκι καλό
κόβω γύρω γύρω το στόμα τους το μεγαλώνω
κολλάω κει πάνω την ψυχή μου φιλί του θανάτου
και μέσα τους αδειάζω τα ψυχοφάρμακα
τα φαρμακεία τους και τους φαρμακοποιούς τους μαζί
Θάνατος στο Βυζάντιο σιχτίρ οι δυναστείες
το διάφραγμα της φίλης μου τις ειρηνικές επεμβάσεις
οι πουλημένες τραβηχτικές Kodak και Γ. Σταύρου
να πάνε να πεθάνουν
Θάνατος στους Αθάνατους
μαύρες σημαίες και κόκκινο το φως ανοίγει
– Θ’ ΑΝΟΙΞΕΙ – ο δρόμος το στόμα
τα μάτια η καρδιά και το μυαλό.
Έτσι να κάνουμε θα πέσει η πόρτα.
Κι η μηχανή με το αρχαίο φιλμ. Μη. Μη συνέχεια οι άνθρωποι
μαύρα αρνητικά και μεις ΚΑΜΕΝΟΙ ΗΛΙΟΙ.



Δευτέρα 12 Αυγούστου 2013

Bροχή των αστεριών



Πόσο θα'θελα μια βραδιά μαζί σου κάτω από έναν ξάστερο ουρανό.
Ξαπλωμένοι λέει κι δύο πάνω σε πράσινο σεντόνι
ν'αγναντεύουμε την βροχή των αστεριών.

Ξέγνοιαστοι μα μήτε και χαμογελαστοί.
Ερωτευμένοι μα μήτε και ευτυχισμένοι.
Χωρίς άγχοι μα μήτε και απροβλημάτιστοι.

Να ακούμε μόνο το θρόισμα των φύλλων και τη βοή της θάλασσας.
Πλημμυρισμένοι από απραγματοποίητα όνειρα και ανεκπλήρωτα θέλω.
Να μη μιλάς μα να σ'ακούω..Να μη μιλώ μα να μ'ακούς..

Να σ'αγαπώ με μια αγάπη ανείπωτη που δε γνώρισε κανείς.
Να μ'αγαπάς με μια αγάπη που δεν αποτυπώθηκε σε κανένα γραπτό.
Κι έτσι να μέναμε για πάντα..

Εγώ κι εσύ..
Ο ουρανός και η θάλασσα..
Η αγάπη κι βροχή..
Τα όνειρά μας και τα θέλω μας...