Πέμπτη 17 Οκτωβρίου 2013

Αποσιωπητικά ... ... ...

     Νύχτωσε..Άρχισαν τα πρώτα φθινοπωρινά σύννεφα να γεμίζουν τον ουρανό κι εγώ στέκομαι ακίνητη σε μια γωνιά και γιορτάζω το τέλος του καλοκαιριού. Λαχταρώ τα πρωτοβρόχια, τα μπουμπουνητά και το σφύριγμα του αέρα καθώς περνάει από τις χαραμάδες των παραθύρων.. 

         Είναι κι αυτή η μελαγχολία που έρχεται τώρα τελευταία όλο και ποιο συχνά και συντροφεύει τις μέρες μου. Άλλοτε γλυκιά κι άλλοτε πάλι λίγο πικρή..Σαν την κανέλα που βάζω στον καφέ μου τα πρωινά για να παίρνει άρωμα...

Τέλος εποχής λοιπόν και αρχή μίας άλλης...Ας είναι μόνο αυτό το τέλος.. Ας αρκεστούμε στις αλλαγές που επιφυλάσσει η φύση για τις εποχές κι ας μην αποζητήσουμε άλλες μεγαλύτερες. Εγώ που από παιδί τις λαχταρούσα τώρα τις μίσησα...

      Κι αλήθεια ακόμα και τώρα που γράφονται αυτές οι λέξεις.. εγώ δε μπορώ να πω με σιγουριά αν πράγματι αυτό που θέλω είναι αυτό που μοιράζομαι με τους γύρω μου!Βλέπεις όπως όλοι έχω κι εγώ τα χούγια μου ή τα κολλήματα μου αν θες...

      Δεν ξέρω αν παρατήρησες κάτι που χαρακτηρίζει τα περισσότερα από τα γραφτά μου..Άσε στην άκρη για λίγο τις γνώσεις ή την όποια κουλτούρα σου και κοίτα λίγο ποιο προσεχτικά...Από μικρή λάτρευα να βάζω στις εκθέσεις μου ή σε ότι τύχαινε να γράψω, αποσιωπητικά..!

      Ήταν αυτά που τότε γέμιζαν -ή έστω έτσι νόμιζα- τις λέξεις μου με μυστήριο και μαγεία. Κι αυτά που αργότερα άφηναν υπονοούμενα σε ερωτικές επιστολές και ραβασάκια. Και τα τελευταία χρόνια είναι αυτά που με βοηθάνε να κρύψω όλα αυτά που θέλω να κρατήσω για εμένα...

      Τα αποσιωπητικά λοιπόν κατά κύριο λόγο δηλώνουν ελλειπτικότητα. Φράσεις που ποτέ δε θα ολοκληρωθούν..Παράγραφοι ολόκληρες που δεν φτάσανε ποτέ μέχρι το τέρμα...Όσο κι αν μεγάλωσα εξακολουθώ να κρύβω πίσω από αυτά τον μαγικό μου κόσμο...

      Ίσως λοιπόν γι'αυτό και να μ'αρέσουν τόσο!Γιατί και στην πράξη τα βήματα μου μια ζωή ανολοκλήρωτα ήταν,δισταχτικά. Πάντα έκρυβαν ένα μυστήριο, μια αβεβαιότητα για τη συνέχεια..Ίσως να φταίει που ποτέ δεν τόλμησα να ονειρευτώ την άλλη άκρη..το τέρμα..τον προορισμό...!

      Ας αφήσουμε για απόψε εμένα..Όσο για εσένα που διαβάζεις αυτές τις γραμμές είναι από τις λίγες φορές που δε μ'απασχολεί ούτε ποιος είσαι, ούτε κι κριτική σου. Κι αν με κατάλαβες πάει να πει πως κάπου μέσα σου κρύβεις κι εσύ λίγη από αυτή τη γλυκόπικρη μελαγχολία..

      Αν πάλι όχι συγχώρα με...μα απόψε τα αποσιωπητικά μου θέλησαν να δώσουν λίγο χώρο στην  ψυχή να πλησιάσει τα ποιο απόκρυφα σημεία τους!


Τρίτη 15 Οκτωβρίου 2013

Σώπα, μη μιλάς…

Σώπα, μη μιλάς, είναι ντροπή
κόψ' τη φωνή σου
σώπασε επιτέλους
κι αν ο λόγος είναι αργυρός
η σιωπή είναι χρυσός.

Τα πρώτα λόγια που άκουσα από παιδί
έκλαιγα, γέλαγα, έπαιζα μου λέγανε:
"σώπα".

Στο σχολείο μου κρύψαν την αλήθεια τη μισή,
μου λέγανε :"εσένα τι σε νοιάζει ; Σώπα!"

Με φιλούσε το πρώτο κορίτσι που ερωτεύτηκα και μου λέγανε:
"κοίτα μην πεις τίποτα, σσσσ....σώπα!"

Κόψε τη φωνή σου και μη μιλάς, σώπαινε.
Και αυτό βάσταξε μέχρι τα είκοσί μου χρόνια.

Ο λόγος του μεγάλου
η σιωπή του μικρού.

Έβλεπα αίματα στο πεζοδρόμιο,
"Τι σε νοιάζει εσένα;", μου λέγανε,
"θα βρεις το μπελά σου, σώπα".

Αργότερα φωνάζανε οι προϊστάμενοι
"Μη χώνεις τη μύτη σου παντού,
κάνε πως δεν καταλαβαίνεις, σώπα"

Παντρεύτηκα, έκανα παιδιά,
η γυναίκά μου ήταν τίμια κι εργατική και
ήξερε να σωπαίνει.
Είχε μάνα συνετή, που της έλεγε "Σώπα".

Σε χρόνια δίσεκτα οι γονείς, οι γείτονες με συμβουλεύανε :
"Μην ανακατεύεσαι, κάνε πως δεν είδες τίποτα. Σώπα"
Μπορεί να μην είχαμε με δαύτους γνωριμίες ζηλευτές,
με τους γείτονες, μας ένωνε , όμως, το Σώπα.

Σώπα ο ένας, σώπα ο άλλος σώπα οι επάνω, σώπα οι κάτω,
σώπα όλη η πολυκατοικία και όλο το τετράγωνο.
Σώπα οι δρόμοι οι κάθετοι και οι δρόμοι οι παράλληλοι.
Κατάπιαμε τη γλώσσά μας.
Στόμα έχουμε και μιλιά δεν έχουμε.
Φτιάξαμε το σύλλογο του "Σώπα".
και μαζευτήκαμε πολλοί
μία πολιτεία ολόκληρη, μια δύναμη μεγάλη, αλλά μουγκή!

Πετύχαμε πολλά, φτάσαμε ψηλά, μας δώσανε παράσημα,
τα πάντα κι όλα πολύ
εύκολα, μόνο με το Σώπα.
Μεγάλη τέχνη αυτό το "Σώπα".

Μάθε το στη γυναίκα σου, στο παιδί σου, στην πεθερά σου
κι όταν νιώσεις ανάγκη να μιλήσεις ξερίζωσε τη γλώσσά σου
και κάν' την να σωπάσει.
Κόψ' την σύρριζα.
Πέτα την στα σκυλιά.
Το μόνο άχρηστο όργανο από τη στιγμή που δεν το μεταχειρίζεσαι σωστά.

Δεν θα έχεις έτσι εφιάλτες , τύψεις κι αμφιβολίες.
Δε θα ντρέπεσαι τα παιδιά σου και θα γλιτώσεις από το βραχνά να μιλάς ,
χωρίς να μιλάς να λες "έχετε δίκιο, είμαι σαν κι εσάς"
Αχ! Πόσο θα 'θελα να μιλήσω ο κερατάς.

Και δεν θα μιλάς,
θα γίνεις φαφλατάς,
θα σαλιαρίζεις αντί να μιλάς.

Κόψε τη γλώσσά σου, κόψ' την αμέσως.
Δεν έχεις περιθώρια.
Γίνε μουγκός.
Αφού δε θα μιλήσεις , καλύτερα να το τολμήσεις. Κόψε τη γλώσσά σου.

Για να είμαι τουλάχιστον σωστός στα σχέδια και στα όνειρά μου
ανάμεσα σε λυγμούς και σε παροξυσμούς κρατώ τη γλώσσά μου,
γιατί νομίζω πως θα' ρθει η στιγμή που δεν θα αντέξω
και θα ξεσπάσω και δεν θα φοβηθώ και θα ελπίζω
και κάθε στιγμή το λαρύγγι μου θα γεμίζω με ένα φθόγγο ,
με έναν ψίθυρο , με ένα τραύλισμα , με μια κραυγή που θα μου λέει:
ΜΙΛΑ!....


Σάββατο 12 Οκτωβρίου 2013

Το δράμα του δαιμονικού κλόουν

Τον είχα συνηθίσει πλέον. Ήταν η έβδομη μέρα που στεκόταν απέναντι ακριβώς από το σπίτι μου. Είχα αρχίσει να είμαι βέβαιος ότι δεν τον έβλεπε κανένας άλλος εκτός από μένα και αυτό γιατί τον προσπερνούσαν σαν να μην υπήρχε.
Υπό φυσιολογικές συνθήκες σε κάποιον θα φαινόταν παράξενο ένας δαιμονικός κλόουν να του κλείνει το δρόμο ή απλά να στέκεται εκεί χωρίς να κάνει τίποτα. Κάποιος θα είχε φωνάξει την αστυνομία ή κάποιος θα του είχε πετάξει έναν κουβά νερό από τα από πάνω μπαλκόνια. Ακόμα και αν η κοινωνία μας έχει καταντήσει τόσο απαθής νομίζω ότι διατηρεί τις άμυνες της απέναντι σε υπερφυσικά πλάσματα που το μόνο που θέλουν είναι να σου πιουν το αίμα και να σου φάνε την ψυχή.
Όχι ότι ο δαιμονικός κλόουν είχε δείξει σημάδια ότι ήθελε να πιεί το αίμα μου ή να μου φάει την ψυχή, αλλά νομίζω ότι τέτοιους σκοπούς έχουν όλα τα υπερφυσικά πλάσματα.
Δεν ξέρω αν φταίνε οι προκαταλήψεις που μας έχουν γεμίσει από το σχολείο ή αν φταίει ότι κοντά στο σπίτι που μεγάλωσα υπήρχε ένα εκκλησάκι που δεν ήταν ανοιχτό ποτέ. Είχε όμως μια καμπάνα που κάποιος τη χτυπούσε. Δεν έκανε όμως ούτε λειτουργίες ούτε μπορούσες στο τσακίρ κέφι να πας να ανάψεις ένα κερί.
Παράξενο εκκλησάκι.
Το κρυφτούλι με τον κλόουν συνεχιζόταν. Μία τράβαγα την κουρτίνα απότομα, μία την έκλεινα. Αυτός εκεί, δεν το κούναγε ρούπι. Κάθε μέρα μόλις έπεφτε ο ήλιος βρισκόταν στη θέση του. Δεν τον είχα δει όμως ούτε να έρχεται, ούτε να φεύγει.
Αν έχω μάθει κάτι στη ζωή μου είναι ότι όταν δεν μπορείς να διαχειριστείς μια κατάσταση, πιάσε την κουβέντα σαν να μην συμβαίνει τίποτα. Και χωρίς να το σκεφτώ ιδιαίτερα αυτό έκανα.
«Πσσστ» έκανα. Καμία αντίδραση από τον κλόουν.
«Πσσσστ» ξαναέκανα. Αυτό το δεύτερο τον έκανε να κοιτάξει τριγύρω και μετά να γυρίσει προς το μέρος μου. «Σε μένα κάνεις πσσσσστ» είπε.
«Αφού σε κοιτάω και κάνω πσσσσστ. Σε ποιον λες να το κάνω;».
«Με βλέπεις δηλαδή;».
Μα καλά μαλάκας ήταν; Αφού καθόταν τόσες μέρες κάτω από το μπαλκόνι μου και κοίταγε προς το μέρος μου, τι περίμενε ότι είναι καλά κρυμμένος;
«Φυσικά και σε βλέπω. Τι θέλεις;».
«Δεν θέλω τίποτα. Απλά αράζω» απάντησε ο δαιμονικός κλόουν αλλά δεν με έπειθε. Έπρεπε να μάθω τι σκατά κάνει το υπερφυσικό ον κάτω από το μπαλκόνι μου. «Αν δεν θες τίποτα να φύγεις».
«Να κοιτάς τη δουλειά σου, περιμένω τη Μαρία από το διπλανό μπαλκόνι».
Τη Μαρία; Από το διπλανό μπαλκόνι; Kάτι δεν πήγαινε καλά σε αυτή την υπόθεση.
«Ξέρεις, η Μαρία δεν πρόκειται να βγει» του είπα.
«Θα βγει. Γι αυτό την περιμένω. Να κοιτάς τη δουλειά σου».
«Η Μαρία σκοτώθηκε πέρυσι, λυπάμαι».
Ο δαιμονικός κλόουν λύγισε. Έσκυψε το κεφάλι, αλλά συνέχιζε να κρατάει το μπαλόνι. Πέρασε ένα λεπτό αλλά είχε παραμείνει σε αυτή τη στάση. Αισθάνθηκα άσχημα που του είχα μεταφέρει εγώ τα άσχημα νέα, οπότε σκέφτηκα να κάνω κάτι.
«Να σε κεράσω μια μπύρα;» φώναξα. Με αρκετή δυσκολία σήκωσε το κεφάλι και με κοίταξε. «Θα έχει και πατατάκια;»
«Θα έχει» είπα. «Περίμενε, κατεβαίνω σε δύο λεπτά». Έφυγα από το σπίτι χωρίς να το σκεφτώ ιδιαίτερα και μάλλον είχα ξεχάσει και τα κλειδιά μου.
Τον πλησίασα χωρίς δισταγμό. «Άντε πάμε» του είπα. «Αλλά να ξεκαθαρίσουμε κάτι πρώτα. Και εσύ δεν μου φαίνεσαι και πολύ ζωντανός;»
«Δεν είμαι» μου είπε. Ωραία. Μπύρα και πατατάκια λοιπόν…

Αναδημοσίευση από: OBVIOUSLY